Η Μεγάλη Παρασκευή του Ρήγα και της Κοκό.

image

Ο Ρήγας : ένα αρσενικό λυκόσκυλο. Τον βρήκε η γυναίκα μου σε μία είσοδο του νοσοκομείου της, εγκαταλειμμένο. Καθόταν δύο ημέρες δίπλα στην πόρτα. Του έβαλε νερό. Την άλλη ημέρα του έδωσε φαγητό. Την τρίτη ημέρα τον έβαλε στο αυτοκίνητο της και τον έφερε σπίτι. Αυτά πριν 13 χρόνια. Μεγάλωσε μαζί μας. Έφτασε να είναι 15 χρόνών ( ήταν ήδη 2-3 ετών όταν τον βρήκαμε). Απίθανα φιλικός χαρακτήρας. Όλοι όσοι περνούσαν από το δρόμο, σταματούσαν και του έπιαναν κουβέντα. Νευρίαζε με τις γάτες, αλλά όχι με τις δικές μας ή τις πεινασμένες ( αυτές τις άφηνε να τρώνε από τη λεκάνη του). Τα τελευταία χρόνια δυσκολευόταν με τα πίσω πόδια του και είχε χάσει την ακοή του. Του άρεσε όταν πηγαίναμε ταξείδι στο χωριό. Πρώτος να μπει στο αμάξι ( εδώ και καιρό με τη βοήθεια μου, αφού τα πόδια του δεν τον βοηθούσαν). Του άρεσε πολύ η βόλτα. Μαζί κάναμε ώρες πεζοπορίες στους λόφους και τις ρεματιές του χωριού. Όταν έβλεπε να κρατώ το ραβδί για το περπάτημα, έκανε τρελή χαρά.

Η Κοκό: προσωπικότητα του σαλονιού. Μία πανέξυπνη σκυλίτσα, που όσο μπόι της έλειπε, τόσο εξυπνάδα διέθετε. Της άρεσε να την χαϊδεύεις. Καλός φύλακας. Γάβγιζε αμέσως μόλις πλησίαζε κάποιος στην εξώπορτα. Παιχνιδιάρα, αλλά με θηλυκή σοβαρότητα. Δεν της άρεσαν οι τρέλες όταν έπαιζα μαζί της. Το μόνο “μειονέκτημα” που είχε ήταν η λαιμαργία της.  Ό,τι έτρωγες ήθελε να το δοκιμάσει και αυτή. Δεν της είχαμε βρει γαμπρό ( και θα ήθελε πολύ). Στις βόλτες στην εξοχή έτρεχε πιο μπροστά από τον Ρήγα. Στις αρχές ήταν λίγο ανυπάκουη, αλλά μετά συντονιζόταν καλύτερα. 

Μεγάλη Παρασκευή 2013. Απόγευμα. Βγαίνω να περπατήσω. Ο Ρήγας με παίρνει χαμπάρι και κάνει σαν τρελός. Δίπλα του και η Κοκό. Φεύγουμε μαζί για μια βόλτα λίγο έξω από το χωριό. Περίπατος 20 λεπτών. Ο Ρήγας δεν μπορεί περισσότερο. Πονάνε τα πόδια του. Γυρνάμε πίσω. Παρατηρώ την Κοκό να κάνει εμετό και να έχει σιαλόρροια. Σε λίγο δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια της. Ψάχνω για βοήθεια. Δεν υπάρχει φάρμακο. Την παίρνω στα αμάξι και φεύγω πατητός για το φαρμακείο στα Νέα Στύρα. Στο δρόμο η Κοκό σταματά να αναπνέει.Παράλογο μεν, αλλά εγώ συνεχίζω. Φτάνω στο φαρμακείο. Δεν έχει ατροπίνη. Η Κοκό έχει πεθάνει το ξέρω. Ψάχνω τον πατέρα της κτηνιάτρου. Δεν τον βρίσκω. Μάταιος ο κόπος. Το παραδέχομαι και τα παρατάω. Γυρνάω στο σπίτι όσο πιο γρήγορα γίνεται. Ο Ρήγας είναι ξαπλωμένος στις πλάκες της αυλής, ακίνητος, με εμετό και διάρροια γύρω του. Είναι και αυτός νεκρός.

Είναι Μεγάλη Παρασκευή. Δύο αθώα πλάσματα πέθαναν από έναν άδικο θάνατο, γιατί κάποιος “χριστιανός ορθόδοξος” στην ταυτότητα σκόρπισε φόλες ποτισμένες με οργανικά φυτοφάρμακα. Κάποιος άνθρωπος παρασκεύασε στο σπίτι του, στην αποθήκη του, δηλητήριο για να σκοτώσει ζώα με θάνατο που δεν τους αξίζει. Αν ο στόχος ήταν αλεπούδες, πάλι είναι βάρβαρη ψυχή όποιος επιδιώκει να τις εξοντώσει με αυτόν τον τρόπο. Αν ήθελε να προστατεύσει τις κότες του ή τα αρνιά του, ας έφτιαχνε καλύτερο συρματόπλεγμα ή ας τάιζε κάποιον σκύλο. Αν το έκανε απλά για να σκοτώσει……..

Α, ρε Ρήγα και Κοκό, που πιστεύατε πως όλοι οι άνθρωποι είναι καλοί.

Share: