
Πολλοί φίλοι και ασθενείς με ερωτούν: Τόσα συμβαίνουν γύρω μας, γιατρέ, εσύ γιατί αποφεύγεις να εμπλακείς με την πολιτική; Γιατί αφού γράφεις καλά δεν γράφεις για όσα συμβαίνουν με τον τάδε ή το δείνα πολιτικό (πρόσωπο ή πολιτικό χώρο);
Λοιπόν, η απάντηση μου έχει ως εξής:
Αποφεύγω τις πολιτικές αναλύσεις και παρεμβάσεις, γιατί επίκεντρο του ενδιαφέροντος μου είναι το άτομο ή πρόσωπο (για να χρησιμοποιήσω έναν εξαιρετικό όρο της ορθοδοξίας) και μάλιστα όταν αυτό βρίσκεται σε υπαρξιακή κρίση: όταν δηλαδή αντιμετωπίζει μία σοβαρή ασθένεια. Η δραστηριότητα μου ως θεραπευτή δεν επιτρέπεται να διαταραχθεί από πολιτικές, θρησκευτικές ή οποιεσδήποτε άλλες διαφορές ή προκαταλήψεις που μπορεί να βραχυκυκλώσουν τη σχέση με τους ασθενείς μου. Αναγνωρίζω, όμως, τη σημασία των κοινωνικών συνθηκών ως πολύ σημαντική στον τρόπο που θα βιώσει, θα θεραπευτεί ή θα χάσει την μάχη ο κάθε ασθενής. Γι’ αυτό και έχω αφιερώσει όλο τον ελεύθερο χρόνο μου στον αντικαρκινικό αγώνα.
Επομένως, δεν ακολουθώ το “λάθε βιώσας”, αλλά ήμουν, είμαι και θα είμαι ενεργός πολίτης. Και αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά συμμετοχή σε κόμματα ή πολιτικά κινήματα.
Για τα μεγάλα αφηγήματα της πολιτικής, εύκολα εντοπίζω τα λάθη που γίνονται, διαθέτω μνήμη ισχυρή και επομένως αναγνωρίζω τις ανακολουθίες των πολιτικών, εκνευρίζομαι όταν βλέπω το επουσιώδες να γίνεται κυρίαρχο και το ουσιώδες να αγνοείται, και γενικότερα είμαι σε θέση να συμμετάσχω δημιουργικά σ’ αυτό που οι περισσότεροι καταλαβαίνουν με τον όρο “πολιτική”.
Όμως, πέρα από την ιδιαιτερότητα του “επαγγέλματος” και της υπόθεσης της καταπολέμησης του καρκίνου, υπάρχουν άλλοι δύο λόγοι που με κάνουν να είμαι πολύ προσεκτικός στις δημόσιες πολιτικές τοποθετήσεις και δραστηριότητες μου. Ο πρώτος είναι πως θεωρώ συνθήκες απαραίτητες για την πολιτική στις σημερινές ημέρες της κρίσης τόσο τις νηφάλιες συζητήσεις, όσο και την ανάπτυξη σοβαρών επιχειρημάτων, τον σεβασμό του άλλου, τους χαμηλούς τόνους, τη διάθεση να ακούσεις και να παραδεχθείς το σωστό ή το λάθος σου. Κουράστηκε και πληγώθηκε ο τόπος μας από τους εγωισμούς των κάθε λογής σωτήρων, που θέλουν να μας πείσουν πως το καθήκον τους κάλεσε να υπηρετήσουν την πατρίδα ή τον λαό και να μας οδηγήσουν να γίνουμε παγκόσμιο παράδειγμα αποτυχημένου κράτους.
Σήμερα δεν υπάρχουν οι απαραίτητες συνθήκες για ν’ ασκηθεί παραγωγική πολιτική δραστηριότητα. Δεν υπάρχουν φορείς που θα επιτρέψουν στους ικανούς να οδηγήσουν και στους μυαλωμένους να επεξεργαστούν λύσεις και προτάσεις. Προθέσεις ίσως να υφίστανται, λείπει, όμως, η πράξη που θα αλλάξει το κλίμα. Επομένως, ας κάνει ο καθένας τη δουλειά του όπου και όπως μπορεί καλύτερα και έτσι να συμβάλει να αλλάξει η κατάσταση.
( Και να σκεφθείτε πως ξεκίνησα αυτή την ανάρτηση για να γράψω πως οι περισσότερες συζητήσεις που γίνονται στη χώρα για το φαινόμενο Trump μου θυμίζουν τη συμπεριφορά της μαντάμ Σουσού, της κατά φαντασία συμμετέχουσας στο υψηλό κοινωνικό γίγνεσθαι, ενώ στην πραγματικότητα ζούσε στον μικρόκοσμο του Μπύθουλα.
Έτσι και εμείς αναλύουμε παγκοσμιοποιήσεις, φιλελευθερισμούς, διεθνή κατεστημένα, συνωμοσίες κ.ο.κ., ενώ το μόνο που
ως Έλληνες
έπρεπε να μας απασχολεί είναι: α) τι επιδράσεις μπορεί να έχει η εκλογή του συγκεκριμένου πολιτικού στη χώρα μας και β) ποια σχέδια έχουμε ετοιμάσει ή προτείνουμε για να επηρεάσουμε ευνοϊκές ή να αποτρέψουμε δυσμενείς προς εμάς επιλογές της νέας αμερικανικής ηγεσίας. Τα υπόλοιπα γεμίζουν στήλες εφημερίδων και τηλεοπτικό ή ραδιοφωνικό χρόνο, αλλά δεν βελτιώνουν την κατάσταση στον δικό μας Μπύθουλα).