
“Κόψτε το οξυγόνο” σε μη βιώσιμες επιχειρήσεις, είναι ο τίτλος άρθρου στο οικονομικό ένθετο Κυριακάτικης εφημερίδας, με υπότιτλο: Αυστηρές εντολές στις τράπεζες από τον SSM για τους «κόκκινους» οφειλέτες – Όποιο σχήμα δεν έχει πιθανότητες ανάκαμψης, θα οδηγείται σε οριστικό «λουκέτο».
Το θέμα είναι απλό: όσες επιχειρήσεις δεν είναι κερδοφόρες ή επιζούν με δανεικά και αγύριστα πρέπει να κλείσουν. Αυτό που δεν έγινε πριν 35 χρόνια, θα γίνει τώρα, γιατί τώρα το επιβάλλουν οι δανειστές, ενώ τότε ήταν απόφαση που έπρεπε να λάβουν οι πολιτικοί εκπρόσωποι μίας κυρίαρχης χώρας.
Και γιατί αυτό έπρεπε ή πρέπει να συμβεί; Μια προσωπική “εμπειρία” ως απάντηση.
Στις αρχές της δεκαετίας του 80 ζούσα στη Δυτική (τότε) Γερμανία. Μου είχε κάνει φοβερή εντύπωση η στάση της γερμανικής κυβέρνησης απέναντι στα μεγάλα ναυπηγεία της χώρας. Οι δουλειές τους δεν πήγαιναν καλά και ο φόβος του κλεισίματος ήταν υπαρκτός. Οι εργαζόμενοι έκαναν διαδηλώσεις και απεργούσαν, ζητώντας την στήριξη της γερμανικής κυβέρνησης. Γινόταν μεγάλη συζήτηση σ’ όλα τα ΜΜΕ για το μέλλον της ναυπηγοεπισκευαστικής βιομηχανίας τους. Πάνω στην μεγάλη όξυνση βγαίνει δημόσια ο καγκελάριος Κολ και κατηγορηματικά δηλώνει: “ Δεν πρόκειται να δώσω ούτε ένα φένιχ για βιομηχανίες που δεν μπορούν να επιζήσουν. Είμαι διατεθειμένος να δώσω όσα μάρκα χρειάζονται για νέες επιχειρήσεις που έχουν μέλλον” Και τέρμα, αυτό ήταν. Βασικό επιχείρημα της απόφασης του ήταν ότι τα γερμανικά ναυπηγεία αδυνατούσαν να ανταγωνιστούν τα Κορεάτικα ( που τότε ήταν σε άνθιση, για να ακολουθήσει μετά η Κίνα) και επομένως δεν υπήρχε πιθανότητα να ανακάμψουν. Και έτσι έκλεισαν
μεγάλες μονάδες, παρά τις ισχυρές αντιδράσεις. Το ίδιο συνέβη και με άλλες βιομηχανίες. Αλλά παράλληλα άρχισαν να εμφανίζονται στον επιχειρηματικό χάρτη νέες, ενώ οι παλαιές αφού δεν μπορούσαν να ελπίζουν σε κρατική οικονομική στήριξη, εκσυγχρονίστηκαν γρήγορα ώστε να επιζήσουν στο σύγχρονο ανταγωνιστικό περιβάλλον.
Στην Ελλάδα εκείνη την εποχή “κοινωνικοποιούσαμε” τις προβληματικές επιχειρήσεις και τις φορτώναμε στα έξοδα του κρατικού προϋπολογισμού, που με τη σειρά του έφτιαχνε ισολογισμό με δάνεια, κυρίως από το εξωτερικό. Και τελικά οι προβληματικές, οι ζημιογόνες, εταιρείες έκλεισαν μετά από κάποια χρόνια και το κράτος (ο δανειστής τους) χρεοκόπησε
σχετικά πρόσφατα. Επομένως δεν έζησαν ούτε αυτές καλά, ούτε εμείς καλύτερα. Αντίθετα οι Γερμανοί τα πήγαν μια χαρά.
Έτσι προσωπικά πείστηκα ότι το οξυγόνο σε υπερχρεωμένες επιχειρήσεις, μπορεί εύκολα να γίνει μονοξείδιο για το κράτος και τις άλλες υγιείς επιχειρήσεις. Η συμπόνια για εργαζόμενους ή το συναισθηματικό δέσιμο με κάποια εταιρεία, δεν έχουν τίποτα να κάνουν με την πραγματικότητα, που έχει τους δικούς της κανόνες. Για να βοηθηθεί ο εργαζόμενος, πρέπει να στηρίζεσαι στις πραγματικές συνθήκες και να βλέπεις μπροστά. Χρειαζόμαστε δημιουργική πολιτική. Αυτό ισχύει και για δεξιούς και για αριστερούς και για τους πάνω και για τους κάτω.
Και σαν υστερόγραφο: το δράμα δεν είναι μόνο η αναπόφευκτη απώλεια θέσεων εργασίας που επέρχεται ( γι’ αυτό και επιδιώκουν οι δανειστές την απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων). Το δράμα είναι ότι αυτό θα συμβεί τώρα που οι χώρες που αναζητούν επενδυτές, για να απασχολήσουν τους πολίτες τους, είναι πολύ περισσότερες από αυτούς που μπορούν (σοβαρά) να επενδύσουν. Καθυστερήσαμε 35 ή περισσότερα χρόνια. Τώρα χρειαζόμαστε ακόμα περισσότερη δημιουργική πολιτική και εγκατάλειψη των ράθυμων συνηθειών μας.