Ένα οδυνηρό “ταξείδι” στην Αθήνα της Αραβίας.
Τρίτη μεσημέρι. Θέλω να πάω στο ταμείο μας ( το ΤΣΑΥ), που τα γραφεία του βρίσκονται στην αρχή της Αχαρνών.
Παίρνω λεωφορείο στη Λ. Αλεξάνδρας, από εκείνα τα διπλά. Βρώμικο σε σημείο αναγούλας. Καθίσματα με πολύχρωμα ίχνη βρωμιάς των χιλιάδων που κάθισαν πάνω τους τα τελευταία χρόνια. Χειρολαβές μαυρισμένες από την γλίτσα των χεριών. Ένας ελεγκτής, χωρίς διακριτικά, κακοντυμένος και βρώμικος, όπως και οι περισσότεροι άντρες μέσα στο λεωφορείο, περνά και ελέγχει εισιτήρια. Κατεβάζει κάτω μία λαθρεπιβάτισσα. Περιθωριακοί ανεβαίνουν και μιλάνε δυνατά, μόνοι τους ή έχουν γεμάτο το σώμα με τατουάζ και αναπνοή που ζέχνει οινόπνευμα.
Δεν αντέχω. Κατεβαίνω πριν από την Πατησίων.
Περπατάω και βλέπω από κοντά την ερημιά. Η Πατησιών αποκλεισμένη από την αστυνομία. Τα οχήματα στριμώχνονται και οι οδηγοί φωνάζουν.
Βρώμικα πεζοδρόμια, Κλειστά μαγαζιά. Αμέσως μετά, μια άλλη Αθήνα μπροστά μου, αυτή της Αραβίας.
Μαγαζιά με αραβικές πινακίδες, δίπλα στα κλειστά. Κουρεία αραβικά: 5 ευρώ το κούρεμα. Καφενείο με ναργιλέδες. Μελαψοί νεαροί ακουμπισμένοι στον τοίχο ενός ξενοδοχείου. Μαγαζάκια για “ money transfer” ή με μεταχειρισμένα κινητά. Καθώς χαζεύω, περνάω το κτίριο του ΤΣΑΥ και ξαναεπιστρέφω. Πανάθλια πρόσοψη. Διαλυμένο ασανσέρ. Δεκάδες πολίτες να περιμένουν στην ουρά.
Έφυγα. Θα γυρίσω με τα πόδια. Σε ένα κάθετο στενό μεταξύ 3ης Σεπτεμβρίου και Πατησίων, δίπλα στη ( θεός να την κάνει) βίλα Αμαλία και ένα εγκαταλελειμμένο “ πολυπολιτισμικό σχολείο” το κόκκινο λεωφορείο περιήγησης της πόλης με τουρίστες. Γενναίοι άνθρωποι. Τι να δουν;