Πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι η χρόνια νεφροπάθεια συνδέεται με το στρες που
προκαλείται από τις υψηλές θερμοκρασίες του περιβάλλοντος ( θερμικό στρες). Είναι γνωστόν ότι η σωματική δραστηριότητα σε ζεστό περιβάλλον ( η γνωστή θερμοπληξία) προκαλεί
ζαλάδες, κόπωση, κράμπες, πονοκεφάλους και ναυτία. Επίσης, είναι γνωστή εμπειρία πως οι ζεστές ημέρες καταστρέφουν
καλλιέργειες και ζωικό κεφάλαιο.
Η σχέση της εργασίας υπό υψηλές θερμοκρασίας και χρόνιας νεφροπάθειας, που οδηγεί στην απώλεια ζωής δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων στην Κεντρική
Αμερική, αποτελεί σημαντική παρατήρηση, που αν επαληθευθεί και από άλλες μελέτες, τότε συνιστά πρόβλημα υγείας διαρκώς αυξανόμενης έντασης, το οποίο θα κληθούν οι κοινωνίες να το αντιμετωπίσουν.
Πέρα από την παράμετρο της υγείας,
εκτιμάται ότι η παραγωγικότητα της εργασίας στην ΝΑ Ασία θα μειωθεί κατά 25% αν
συνεχιστεί η άνοδος της θερμοκρασίας, έτσι όπως έχει υπολογιστεί ότι θα συμβεί.
Σύμφωνα με τους σχετικούς δείκτες σχεδόν ο μισός
παγκόσμιος πληθυσμός το 2045 θα ζει σε χώρες
«ακραίου κινδύνου», δηλ. σε αυτές όπου θα είναι συχνές και περισσότερες οι
μέρες με μεγάλες θερμοκρασίας και υγρασία. Τέτοιες χώρες βρίσκονται στην Ν-Α Ασία,
την Μέση Ανατολή, την Καραϊβική και τη Δυτική Αφρική.
Οι αναπτυγμένες χώρες θα πληγούν λιγότερο,
παρόλο που αναμένεται να τριπλασιαστούν έως τα μέσα του αιώνα οι ημέρες με μεγάλο
θερμικό στρες ( εξαιρετικά ζεστές και με υγρασία) σε χώρες όπως η Ιταλία και η
Ελλάδα.
Αυτό είναι ένα πρόβλημα που δεν μπορεί
να το λύσουν μεμονωμένα κράτη, αλλά που τις συνέπειες τους θα τις υποστούν ανισομερώς.
Να ένα θέμα που πρέπει να τραβήξει το ενδιαφέρον των αρμόδιων φορέων στη χώρα μας.
Η αναταραχή είχε αρχίσει πιο πριν. Στην Αθήνα ήταν η κατάληψη της Νομικής, στη Θεσ/νίκη ήταν η μαζική ανοικτή συγκέντρωση στην πλατεία μπροστά από το Χημείο. Πολλοί φοιτητές, περισσότεροι του αναμενόμενου και αυτό βοήθησε το ηθικό. Συνθήματα και κόντρες με εγκάθετους και πράκτορες της ασφάλειας, πρωτόγνωρη για μένα εμπειρία.
Περνά λίγος καιρός. Στις φοιτητοπαρέες εντείνονται οι συζητήσεις και ζυμώσεις για τις φοιτητικές εκλογές, για το ποιες πολιτικές πρέπει να εφαρμοστούν και πως θα οργανωθεί καλύτερα ο προοδευτικός χώρος. Υπάρχει ένα κλίμα ενθουσιασμού και ανυπομονησίας.
Στην Αθήνα ξεκινά η κατάληψη του Πολυτεχνείου. Με μικρή καθυστέρηση ακολουθεί η κατάληψη της Πολυτεχνικής στη Θεσ/νίκη. Το μαθαίνουμε αμέσως και έτσι η παρέα μου, γιατροί και αρχιτέκτονες, ξεκινά το πρωί της Παρασκευής 17/11 από την Βασ. Όλγας για το Πολυτεχνείο.
Αρκετοί φοιτητές είναι ήδη μέσα. Η κεντρική είσοδος κλειστή. Μπαίνουμε από την πίσω πλευρά, που βλέπει προς το νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, μέσω μία μικρής πόρτας υπό τις επιδοκιμασίες των συναδέλφων που είναι μέσα και αυτών που στέκονται ακόμα έξω.
Κλίμα ενθουσιασμού. Φωνάζουμε συνθήματα, συζητάμε σε πηγαδάκια, χαιρετάμε χαρούμενοι γνωστούς συμφοιτητές. Ένας μεγάλος χώρος , όχι αμφιθέατρο, προς την πίσω πλευρά του κτιρίου φιλοξενεί τη συνέλευση. Πύρινοι λόγοι από άγνωστους σε μένα φοιτητές. Ορίζονται συνελεύσεις σχολών.
Οι φίλοι μου της αρχιτεκτονικής βγαίνουν έξω για να μαζέψουν τρόφιμα και χρήματα. Γυρνούν ενθουσιασμένοι από την προθυμία του κόσμου για βοήθεια. Το γεγονός μας εμψυχώνει.
Συνέλευση της ιατρικής. Στο προεδρείο άγνωστοι μου συμφοιτητές αγορεύουν και τσακώνονται για ώρα σχετικά με το αν μπορούν οι φοιτητές να κάνουν επανάσταση. Ακούω για Φιλιππίνες και άλλα εξωτικά. Παίρνω το λόγο και δηλώνω ότι δεν έχει ενδιαφέρον αυτή η συζήτηση. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι αύριο να φύγουμε από το Πολυτεχνείο και να πάμε να καταλάβουμε τη Βιομηχανική Σχολή ( τώρα Πανεπιστήμιο Μακεδονίας) που βρισκόταν στο κέντρο της πόλης. Εδώ που βρισκόμαστε είμαστε απομονωμένοι και δεν θα καταφέρουμε να ξεσηκώσουμε τον λαό. Η πρόταση μου επιδοκιμάζεται με θερμό χειροκρότημα.
Ορίζονται επιτροπές. Αναλαμβάνω την επιτήρηση της καθαριότητας και υγιεινής. ( Γιατί κανένας δεν προσφέρθηκε. Είχε ευθύνη, αλλά όχι πολιτικό αντίκρισμα).
Λειτουργεί ο ραδιοφωνικός σταθμός. Ποιος πήρε την εντολή να ασχοληθεί με αυτόν, άγνωστο ( και εκείνη τη στιγμή δεν ενδιέφερε). Μας άρεσε που ακουγόταν η φωνή μας.
Ο αριθμός των φοιτητών που είμαστε μέσα και μένουμε για τη νύχτα πρέπει να ήταν περίπου 1.000 -1.500 ( Οι τρεις χιλιάδες που έχει γραφτεί είναι υπερβολή).
Αργά τη νύχτα ακούγονται θόρυβοι τζαμιών που σπάζουν και άγριες φωνές. Μας επιτίθενται παρακρατικοί από την αριστερή μπροστινή πλευρά. Τρέχουμε να τους αντιμετωπίσουμε. Βρίσκομαι μ’ ένα χοντρό ξύλο στο χέρι. Δεν συμβαίνει τίποτα.
Κυκλοφορούν φήμες για ξεσηκωμό σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας. Ενθουσιασμός. Σποραδικά, αργά στη νύχτα, ακούγονται ψιθυριστά πληροφορίες για επεισόδια στην Αθήνα.
Είμαι στο χώρο της κεντρικής εισόδου του Πολυτεχνείου, μαζί με τον Σταμάτη Θ.( τώρα γιατρό στην Βόρειο Ελλάδα) και την Ηρώ Κ. ( Δ/ντρια το ΕΣΥ στην Αθήνα), στενούς φίλους και συμφοιτητές, που ήταν μαζί στην παρέα που μπήκαμε στο Πολυτεχνείο.
Ξαφνικά, κοντά στις 3 μετά τα μεσάνυχτα, ακούγεται δυνατός θόρυβος και έντονα φώτα πέφτουν πάνω μας. Στον προαύλιο χώρο, μπροστά από την είσοδο του Πολυτεχνείου εμφανίζονται τανκς και στρατιώτες. Έντονη ανησυχία. Η είσοδος είναι μία μεγάλη τζαμαρία, μ’ ένα μεγάλο πλατύσκαλο και 6-7 σκαλιά που οδηγούν στην αυλή. Βγαίνουν κάποια μέλη της συντονιστικής επιτροπής για διαπραγμάτευση Οι πιο πολλοί είμαστε πίσω από κάποια γραφεία που έχουμε βάλει στο χώρο της εισόδου για εμπόδια. Η συζήτηση έξω αργεί. Βγαίνω και εγώ έξω. Μυρωδιά από τις εξατμίσεις των τανκς και πολύ δυνατός θόρυβος. Κατευθύνομαι προς την ομάδα που συζητά στο πλατύσκαλο. Ο πρύτανης Σδράκας σε υστερική κατάσταση. Οι της συντονιστικής ζητούν να φύγουμε το πρωί. Εκεί που παρακολουθώ τη συζήτηση, ένας ασπρομάλλης στρατιωτικός που ήταν επικεφαλής, με αρπάζει από το μπράτσο και με πάθος, σχεδόν ικετευτικά μου λέει « Παιδί μου σηκωθείτε φύγετε. Δεν θα σας πειράξει κανείς. Σας δίνω το λόγο της στρατιωτικής τιμής μου». Ο άνθρωπος έτρεμε. Το βλέμμα του και ο τόνος της φωνής του με κάνουν να τον εμπιστευθώ χωρίς καμία επιφύλαξη. Δίπλα του ο πρύτανης να μου φωνάζει και να με βρίζει. Μου ακουγόταν τόσο παράταιρος.
Γυρνάω μέσα. Βρίσκω τους δύο φίλους μου. Προτείνω σ’ αυτούς και στους γύρω μου παρευρισκόμενους να σηκωθούμε να φύγουμε, δεν υπάρχει άλλη λύση.
Πέντε λεπτά – μία αιωνιότητα.
Από την μικρή πόρτα της μεγάλης τζαμαρίας βγαίνω μαζί με τους δύο δίλους μου. Βλέπω τον ασπρομάλλη στρατιωτικό αγριεμένο να μιλά στους άλλους. Κατεβαίνουμε τις σκάλες. Δίπλα μας τα τανκς και οι στρατιώτες αμίλητοι. Φτάνουμε στο οδόστρωμα της οδού Εγνατία, που περνά μπροστά από το Πολυτεχνείο και οδηγεί προς το κέντρο της πόλης. Ερημιά. Προχωράμε στη μέση του δρόμου, σφικτά ο ένας δίπλα στον άλλο. Αριστερά μας ο σκοτεινός όγκος της Διεθνούς Έκθεσης και δεξιά μας η αραιοκτισμένη Πανεπιστημιούπολη. Ο μόνος φωτισμός οι ασθενικές για φθινοπωρινή νύχτα λάμπες του δρόμου. Από δεξιά και αριστερά ακούμε αγριεμένες φωνές « θα πεθάνετε απόψε», « κομούνια ήρθε η ώρα σας», « θα σας γ……». Σφιγγόμαστε περισσότερο ο ένας δίπλα στον άλλο. Κάνει και κρύο. Γυρνάω πίσω το κεφάλι μου και βλέπω τον σκοτεινό όγκο των τανκς, τα φώτα των προβολέων τους και ακούω πιο απόμακρο το θόρυβο που κάνουν, αλλά το πιο σημαντικό: κανείς δεν μας έχει ακολουθήσει. Είμαστε μόνοι μας, στη σκοτεινιά στη μέση ενός έρημου δρόμου, με κάποιους αθέατους αγριάνθρωπους να μας απειλούν . Περιμένω καρτερικά από πού θα μου έρθει η σφαίρα ή θα μου επιτεθούν. Οι αισθήσεις μου τεταμένες, τα πόδια μου συνεχίζουν να κουνιούνται. Δεν μιλάμε. Ο καθένας στις σκέψεις του.
Επιτέλους φτάνουμε στο Σιντριβάνι. Εκεί που αρχίζουν οι πολυκατοικίες και που για μας ήταν το σωτήριο τέρμα. Πόση ώρα κάναμε, δεν ξέρω. Μου ψφάνηκε μία αιωνιότητα. Υπάρχουν φώτα και ο χώρος είναι οικείος. Δεν υπάρχουν, όμως, αυτοκίνητα, ούτε και διαβάτες. Τι κάνουμε τώρα; Ρίχνω την ιδέα να πάμε να πιούμε έναν καφέ σε κάποια καφετέρια της παραλίας και μετά να πάμε σπίτια μας. Όσο και αν φαίνεται επιπόλαιο, ήταν λογικό, γιατί και να τρέχαμε, που θα κρυβόμαστε; Εξάλλου ήμουν τότε μόλις 21 ετών.
Σαν αστυνομική ταινία.
Περνάμε μπροστά από το ξενοδοχείο ABC, αρχίζουμε να κατεβαίνουμε την Βασ. Σοφίας ( τώρα Εθνικής Αμύνης) συζητώντας ζωηρά και ανακουφισμένοι. Μετά το ξενοδοχείο υπήρχε ένα γνωστό μαγαζί με είδη γραφείου, που το επισκέπτονταν συχνά οι φοιτητές. Εκεί βρισκόμαστε, όταν ξαφνικά ακούγονται ρόδες να στριγκλίζουν και μπροστά μας, πάνω στο πεζοδρόμιο ανεβαίνει με θόρυβο και σταματά ένα ιδιωτικής χρήσης αυτοκίνητο, κόβοντας μας το δρόμο. Το ίδιο συμβαίνει και πίσω μας. Πετάγονται απ’ αυτά άνθρωποι που φωνάζουν « Ασφάλεια. Μη κουνηθείτε». Μας αρπάζουν και μας βάζουν μέσα.
Το αυτοκίνητο κινείται στους έρημους δρόμους. Κάθομαι στο πίσω κάθισμα, ανάμεσα σε δύο αμίλητους άγνωστους. Ο οδηγός έχει μισοανοιγμένο το τζάμι της πόρτας του. Μπαίνει κρύος αέρας. « Σας παρακαλώ το ανεβάζετε γιατί κάνει κρύο» ζητώ ευγενικά. « Κρυώνει το πουλάκι μου;» με ερωτά ειρωνικά και απειλητικά μαζί. Ωχ, δεν πάμε καλά σκέφτομαι.
Το αυτοκίνητο φτάνει σ’ ένα παράλληλο της Εγνατίας δρόμο ( οδός Βαλαωρίτου). Δεν ξέρω την περιοχή. Κατεβαίνουμε. Μπροστά μας είναι μία στοά. Από το πεζοδρόμιο έως το τέλος της, δεξιά και αριστερά παρατεταγμένοι χωροφύλακες και άλλοι με πολιτικά. Ένας με τραβά από το χέρι και με οδηγεί να περάσω ανάμεσα στους παραταγμένους, με αργό ρυθμό. Μπουνιές, κλωτσιές, γονατιές, χτυπήματα με κλομπ όλα μαζί με ξέφρενο ρυθμό. Έχω σκύψει και προσπαθώ να προφυλάξω το κεφάλι μου και τα γεννητικά όργανα μου. Υπάρχει πραγματική λύσσα από όλους αυτούς. Είμαστε και οι πρώτοι που υποδέχτηκαν. Κάποια στιγμή φτάνουμε στο τέρμα της στοάς μπροστά από το ασανσέρ. Σηκώνω λίγο το κορμί, γιατί πονάω και φοβάμαι κιόλας μη μου ρίξουν κλωτσιά έτσι όπως ήμουν σκυφτός και υπήρχε ελεύθερος χώρος γύρω μου. Βλέπω αυτόν που μας είχε πιάσει να χαστουκίζει την Ηρώ με τόση δύναμη που πρέπει να ανυψώθηκε από το έδαφος. « Μωρή δεν ντρέπεσαι να πηδιέσαι με αυτούς τους κομμουνιστές;» της φωνάζει στα μούτρα. Ακόμα θυμάμαι το γεμάτο φόβο και απορία βλέμμα της Ηρώ.
Ανεβαίνουμε σε κάποιο όροφο. Ευτυχώς μέσα στο ασανσέρ δέχομαι μόνο μία αγκωνιά στην κοιλιά. Μας πάνε σ’ ένα γραφείο με τζαμένιο χώρισμα. Σε λίγο μπαίνει ένας χωροφύλακας και μας λέει να βγάλουμε τις ζώνες και τα κορδόνια μας και να τους δώσουμε τα ρολόγια και όσα λεφτά έχουμε. Ο Σταμάτης με το γνωστό σοβαρό και ευγενικό ύφος του, ζητά εξηγήσεις. Είναι ανιψιός πρώην Υπουργού του Κ. Καραμανλή ( και η Ηρώ ανιψιά πρώην Υπουργού του Γεωργίου Παπανδρέου). Δεν παίρνει απάντηση.
Κρατούμενος της ασφάλειας.
Σε λίγο μπαίνει μέσα ένας με πολιτικά και με τραβά προς το ασανσέρ. Νέο ξυλοφόρτωμα από κάτι απίστευτους τύπους ( αυτούς που στην εποχή μας λέμε «ντουλάπες»). Φτάνουμε στο υπόγειο. Ένας μεγάλος διάδρομος και δεξιά – αριστερά πολλά κελιά. Ανοίγουν την μεταλλική πόρτα και με σπρώχνουν μέσα σ’ ένα απ’ αυτά. Κλειδώνουν. Ο χώρος είναι σκάρτα 3 μέτρα μήκος και 1,50 με 1,70 πλάτος. Η οροφή είναι χαμηλότερα από το ταβάνι του υπογείου. Έχει ένα κενό και από αυτό μπαίνει το φως της λάμπας που βρίσκεται στο ταβάνι του υπογείου.
Η ώρα περνά και δεν συμβαίνει τίποτα. Αρχίζω να ανησυχώ. Κάποια στιγμή ακούω θορύβους, η πόρτα του κελιού ανοίγει και μπαίνει σπρωγμένος ένας νεαρός. Η πόρτα κλείνει. Ο νεαρός αρχίζει να μου κάνει ερωτήσεις για το τι έκανα και γιατί με πιάσανε. Επίμονα. Σκέφτηκα πως ίσως μου ρίξανε χαφιέ δίπλα μου να με ψαρέψει ( Λάθος εντύπωση. Αργότερα έμαθα ότι ήταν ο αδελφός ενός φίλου και συμφοιτητή μου. Τα είχε χαμένα από το φόβο του).
Μετά περίπου μία ώρα ή και περισσότερο αρχίζει η μεγάλη προσαγωγή. Συνεχώς φέρνουν μέσα συλληφθέντες. Γεμίζουν όλα τα κελιά. Σε κάθε κελί 8- 12 άτομα. Δεν μπορείς να κουνηθείς. Ως παλαιότερος είχα πιάσει τη θέση δίπλα στην πόρτα, απ΄ όπου μπορούσα να δω στο διάδρομο.
Παρακολούθησα τον άγριο ξυλοδαρμό ( κτηνώδη) του φοιτητή με το τζάκετ ( Αγγελόπουλος;) που είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην εξέγερση ( άνηκε σε μία αριστερίστικη ομάδα με κάποια ημερομηνία του Οκτώβρη ως τίτλο). Σφίχτηκε η καρδιά μου.
Για φυσική ανάγκη φώναζες τους χωροφύλακες, σου άνοιγαν την πόρτα βλαστημώντας, περνούσες το διάδρομο και έβγαινες στο φωταγωγό της πολυκατοικίας όπου υπήρχαν δύο τουαλέτες χωρίς πόρτες. Όλα σε κοινή θέα. Πηγαίνοντας και γυρνώντας περνούσες ανάμεσα από διάφορους ασφαλίτες, που ήταν παρατεταγμένοι δεξιά και αριστερά και προσπαθούσαν ή να θυμηθούν αν σε ξέρουν ή να συγκρατήσουν τη φυσιογνωμία σου για μελλοντική αξιοποίηση.
Προσπάθησα να πλύνω το πρόσωπο μου που είχε ξεραμένα αίματα από τα χείλη και τη μύτη μου, στη βρύση δίπλα στις τουαλέτες. Το ίιδιο πήγα να κάνω και για το μανίκι μου, αλλά με κατσάδιασε ένας χωροφύλακας λέγοντας μου « ρε κωλόπαιδο μπουγάδα θα κάνεις».
Όσο για ύπνο, αυτός γινόταν κατά δόσεις είτε με γερμένο κορμί, είτε με την πλάτη στο πάτωμα και τα πόδια μαζεμένα ή ψηλά στον τοίχο. Δεν μπορούσαμε να κοιμηθούμε όλοι μαζί ταυτόχρονα. Φαί μας έφεραν το βράδυ, ένα σάντουιτς.
Οι ανακρίσεις.
Το πρωί της σύλληψης με παίρνουν και με πάνε για ανάκριση. Συνολικά αυτό έγινε στην κρατική ασφάλεια τρείς φορές. Με ανεβοκατέβαζαν από τις σκάλες και πάντα ακολουθούσαν το ίδιο τελετουργικό: ξυλοδαρμός καθ’ οδόν κραυγάζοντας συνεχώς την ίδια ερώτηση: «γιατί ρε συ είσαι κομμουνιστής»; Τις πρώτες φορές δεν απαντούσα. Την τελευταία φορά τσαντίστηκα ( γιατί κατάλαβα ότι φτιαχνόντουσαν με τη λέξη κομμουνιστής) και τους απάντησα δύο – τρις φορές δυνατά: « Δεν είμαι κομμουνιστής. Είμαι σοσιαλιστής». Δεν πολυβοήθησε ( ίσως φταίει η ομοιοκαταληξία).
Στη πρώτη ανάκριση, με βάζουν σ’ ένα στενό γραφείο, μόνο μου. Τακτικά εμφανίζονται διάφοροι αγριάνθρωποι στην πόρτα και μου ρίχνουν ερευνητικές ματιές. Σε λίγο μπαίνει και ο αξιωματικός. Είναι αυτός που με συνέλαβε. « Έλα πέστα μου» λέει. « Τι να πω» του απαντώ. « Μίλα ρε» επιμένει. « Δεν μιλάω αν πρώτα δεν επικοινωνήσω με δικηγόρο» του απαντώ ( Αυτά κάνουν οι αμερικάνικες ταινίες. Μόνο απ΄ αυτές ήξερα για ανακρίσεις από την αστυνομία). Κλείνει τα χαρτιά που είχε και μου λέει « Καλά κάτσε εδώ να σαπίσεις όσα χρόνια θέλεις». Δεν μου άρεσε αυτό. Δέχομαι να απαντήσω, αλλά του τονίζω πως αυτό που κάνει δεν είναι σύννομο. « Α, αυτός είναι άλλο πράγμα» λέει στον χωροφύλακα που στεκόταν όρθιος στο πλάι μου. Η όλη ανάκριση ήταν για το τι έκανα, ποιος μ’ έβαλε, με ποιόν ήμουν , αν ήξερα κανένα κ.λ.π. Εύκολο να δηλώνω άγνοια, γιατί όντως δεν ήξερα ονόματα και κανείς δεν μ’ είχε βάλει. Τα μόνα ονόματα που ανέφερα ήταν του Σταμάτη και της Ηρώ που μας είχαν πιάσει μαζί. Δύο φορές αγρίεψε και με απείλησε. Η πρώτη για να του πω σε ποια επιτροπή ήμουν ( να είναι καλά η φτωχική επιτροπή υγιεινής, δεν είχα κανένα πρόβλημα να του το πω) και η δεύτερη αν φώναζα και εγώ « Έξω οι Αμερικάνοι και έξω από το ΝΑΤΟ». Φάνηκε πως το θεωρούσαν βαρύ έγκλημα. Δήλωσα ότι δεν φώναζα τέτοια συνθήματα, αλλά μόνο « Κάτω ο Παπαδόπουλος» ( για το οποίο δεν αντέδρασε καθόλου), « Κάτω η χούντα” “ Κάτω ο Μαρκεζίνης», «Ελευθερία – Δημοκρατία» κλ.π.
Τη δεύτερη φορά που μ’ ανέβαζαν ήταν διαβασμένος. Οι ερωτήσεις του ήταν πιο στοχευμένες :« Τι ομιλίες έκανες Φιλόπουλε; Ποιος σ’ έβαλε να τις κάνεις; Τι διαβάζεις και που τα βρίσκεις» κ.α. Άρα είχαν χαφιέδες μέσα στο Πολυτεχνείο και είχαν ψάξει το σπίτι μου. Δεν είχα κανένα πρόβλημα να του πω τι είχα προτείνει. Όσο για το αν μ’ έβαλε κάποιος δεν φοβόμουν να του πω πως μόνος μου τα σκέφτηκα και μόνος μου έδρασα ( Αυτό, το να μου αποδίδουν πως πίσω μου υπάρχουν άλλοι που με καθοδηγούν, το έχω συναντήσει πολλές φορές στη ζωή μου. Ο Έλληνας δεν έχει εμπιστοσύνη στην ατομική πρωτοβουλία ή τις προσωπικές ικανότητες. Εκεί έχω καταλήξει). Όσο για τα βιβλία ήμουν αόριστος, γιατί όντως είχα μία συλλογή πολιτικών βιβλίων και μάλιστα αρκετά απ΄ αυτά σχετικά με την αναρχία ( μία σοβαρή θεωρία – ουτοπία που καμία σχέση δεν έχει με τους μπαχαλάκηδες που περνιούνται για αντιεξουσιαστές και αναρχικοί στην εποχή μας). Διέκοψε μόνος του την ανάκριση γιατί του τηλεφώνησαν να πάει κάπου.
Η τρίτη και τελευταία δεν ξεκίνησε καλά- καλά, γιατί και πάλι ήρθαν και τον πήραν για να πάει κάπου ( πολυάσχολος ο τύπος και εγώ φρέσκο λαβράκι μεν αλλά ελλιποβαρές).
Εκτός από τα καθ’ οδόν γρονθοκοπήματα και κλωτσιές, η ανάκριση μου δεν είχε σωματική βία. Απλά ένοιωθα αδύναμος, είχα φόβο, αλλά ταυτόχρονα αισθανόμουν πως το όριο που δεν θα επέπτρεπα να ξεπεράσουν ήταν να με εξευτελίσουν.
Τμήμα Χωροφυλακής Καλαμαριάς
Τη δεύτερη νύχτα με παίρνουν και με πάνε στο αστυνομικό τμήμα Καλαμαριάς, στην Αρετσού. Εγώ κατεβαίνω συνοδεία χωροφυλάκων και οι Θεσσαλονικείς στην καφετέρια κάτω από το τμήμα έπιναν απολαυστικά τον καφέ ή τα ποτά τους. Κατάσταση στενάχωρη.
Μας βάζουν στο κρατητήριο του τμήματος. Ένα δωμάτιο πολυκατοικίας. Άνετο, γιατί είμαστε μόνο τρείς. Ξαπλώνουμε στο πάτωμα, μας δίνουν κουβέρτες. Το μπάνιο είναι έξω από το κελί. Μπάνιο διαμερίσματος. Δεν μπορεί, όμως, να φύγεις από εκεί.
Νεαροί χωροφύλακες καλλωπισμένοι βγαίνουν για να διασκεδάσουν και μας πετούν κρυφά μέσα από τα κάγκελα τσιγάρα. Το κλίμα είναι πιο ανθρώπινο. Οι άλλοι δύο άγνωστοι μου. Ο ένας αρκετά παχύς, φοιτητής της Νομικής, στέλεχος αργότερα του ΚΚΕ ες και του Συνασπισμού και δημοτικός σύμβουλος. Ο άλλος της φοιτητής της Γεωπονικής.
Οι ανακρίσεις από το Διοικητή του τμήματος ήταν από ταινία παραλόγου. Σοβαρό ύφος και επίμονες ερωτήσεις, λες και θα έπρεπε να διαλευκάνει το μεγαλύτερο έγκλημα.
Σε μία απ’ αυτές με κλειδώνει μέσα σε μία ντουλάπα, απ’ αυτές τις πράσινες τις μεταλλικές. Με απειλεί ότι εκεί θα μείνω. Κοιτάω από τις γρίλιες και σκέφτομαι πως δεν είναι δυνατόν να ζω τέτοιο παραλογισμό. Δεν αργεί να με βγάλει. Είναι μετανιωμένος. Με στέλνει στο κελί.
Οι μέρες κυλούν. Ένα απόγευμα αργά έρχονται και παίρνουν. Με βάζουν σ’ ένα ΙΧ και ξεκινάμε. Δεν μου λένε που πάμε. Είναι συνοφρυωμένοι. Καθώς το αυτοκίνητο στρίβει στην παραλιακή λεωφόρο, μπροστά από το τμήμα, βλέπω από το παράθυρο την μητέρα μου να στέκεται στη στάση των λεωφορείων. Με το μαύρο παλτό της σφικτά κουμπωμένο, την τσάντα στο χέρι και τα ασημένια κατσαρά μαλλιά της να ανεμίζουν από τον αέρα. Η καρδιά μου σφίγγεται. Ταράζομαι. Τη φουκαριάρα, τρέχει μόνη της για μένα. Παρηγοριέμαι, όμως, γιατί υποθέτω ότι έχει ηρεμήσει αφού έμαθε πως το παιδί της, που τόσες μέρες έχει εξαφανιστεί σε μία εποχή που τόσα έχουν συμβεί, είναι καλά.
Το αυτοκίνητο κόβει ταχύτητα και μπαίνει στο χώρο του 3ου Σώματος Στρατού. Αρχίζω να φοβάμαι. Σταματάμε μπροστά σ’ ένα από τα κτίρια του. Έχει αρχίζει να σκοτεινιάζει. Η μόνη μου σκέψη είναι πως η κύστη μου είναι φουσκωμένη και έτσι αν με πάνε στην ΕΣΑ για ξύλο κινδυνεύει να σπάσει ( κάτι φόβους που μπορεί να έχεις σε δύσκολες στιγμές). Με σταματούν στο ισόγειο. Με στήνουν σ’ ένα τοίχο, δίπλα στις σκάλες και με φωτογραφίζουν φας και προφίλ.( Αν βλέπετε φωτογραφίες εγκληματιών αξύριστων με τα μαλλιά να πετάνε και το πρόσωπο ταλαιπωρημένο, είναι γιατί έχουν μείνει άπλυτοι και αξύριστοι για μέρες. Έτσι θα είμαι και εγώ στις δικές μου φωτογραφίες. Έξυπνο, γιατί βλέποντα τέτοιες φάτσες ο απλός πολίτης αγριεύεται και χαρακτηρίζει αρνητικά τον συλληφθέντα).
Ανεβαίνουμε τις σκάλες. Πλησιάζοντας στον πρώτο όροφο βλέπω μέσα σ’ ένα δωμάτιο έναν αναμαλλιασμένο νεαρό σκυμμένο πάνω σ ’ένα τραπεζάκι να γράφει σε κάτι χαρτιά και από πάνω του ένα γυμνός γλόμπος αναμμένος. Πω-πω σκέφτομαι. Έχει φάει ξύλο και τώρα τα γράφει όλα. Ο φόβος μου εντείνεται.
Με βάζουν σ’ ένα διπλανό δωμάτιο. Μόνο ένα μικρό τραπέζι και μία καρέκλα. Και ο γλόμπος από πάνω. Σε λίγο μπαίνει μέσα ένας και μου αφήνει ένα ερωτηματολόγιο και ένα στυλό. «Συμπλήρωσε τα όλα και με ειλικρίνεια, ακούς;» μου φωνάζει. Κοιτάω το ερωτηματολόγιο στα γρήγορα. Αισθάνομαι ανακούφιση. Το περνάω το τεστ σκέφτομαι ( τι κάνει η πολύχρονη τριβή με την εκπαιδευτική διαδικασία). Είναι ένα ερωτηματολόγιο που σχεδόν όλες οι ερωτήσεις του αφορούν το «παραπέτασμα». Αν έχω γεννηθεί εκεί, αν έχω συγγενείς, αν έχω φιλενάδα από εκεί, αν έχω αλληλογραφία κ.ο.κ. Στο ερώτημα αν θα κάνω αντεθνικές δράσεις στο μέλλον, μεταξύ του ναι και του όχι, διαλέγω το όχι ( γιατί σκέφτομαι πόσο ηλίθιος πρέπει να είσαι για να γράψεις ότι θα κάνεις αντεθνικές δράσεις. Εξ’ άλλου η κατάληψη του Πολυτεχνείου ήταν εθνική πράξη. Εμένα ρωτούν, εγώ έτσι το βλέπω).
Σε λίγο μπαίνουν 2-3 με πολιτικά. Με κοιτούν. Ένας απ’ αυτούς μου λέει «δεν ντρέπεσαι να στεναχωρείς τον πατέρα σου». Δεν απαντώ, αλλά αισθάνομαι μία ανακούφιση. Καταλαβαίνω πως έχει κινητοποιηθεί η οικογένεια μου και ο πατέρας μου έχει πιάσει όποιον γνωστό έχει και δεν έχει ( και είχε πολλούς). Αισθάνομαι πιο σίγουρος. Η στεναχώρια για την μάνα μου γίνεται και αυτή ελπίδα ότι η περιπέτεια μου τελειώνει.
Αυτός που μου έφερε το ερωτηματολόγιο, έρχεται το παίρνει και το ελέγχει. Μου λέει γράψε ένα όνομα σ’ ένα χαρτί. Το γράφω. Σ΄ αυτόν θα παρουσιάζεσαι κάθε 15 ημέρες ή θα τον παίρνεις τηλέφωνο. Μου δίνει και το τηλέφωνο. Αν φύγεις από Θεσ/νίκη να το δηλώσεις. Δεν λέω τίποτα. Θα με απολύσουν σκέφτομαι και ηρεμώ.
Με πάνε σ’ ένα άλλο κτίριο, ισόγειο. Με αφήνουν σε ένα δωμάτιο με μία εφημερίδα πάνω στο τραπεζάκι και την πόρτα ανοικτή. Η εφημερίδα έγραφε κάτι για τον Ανδρέα Παπανδρέου. Παγίδα σκέφτομαι. Μένω καθιστός.Το παίζω αδιάφορος. Σε λίγο μπαίνει αυτός που μου είπε για τον πατέρα μου. « Εσύ είσαι καλό παλληκάρι. Μη διαβάζεις αηδίες. Πέτα τα βιβλία που δεν έχουν σχέση με τις σπουδές σου. Και άσε αυτόν τον αλήτη τον πράκτορα των Αμερικανών» και μου δείχνει τη φωτογραφία του Ανδρέα Παπανδρέου. Δεν μιλώ, αλλά και δεν αντιδρώ. Καλά πάει το πράγμα σκέφτομαι.
Με μεταφέρουν πάλι στο τμήμα. Το βράδυ, όμως, ψυχοπλακώνομαι πολύ. Σκέφτομαι την μάνα μου και δακρύζω. Κοντεύω να σκάσω, νόμιζα ότι θα με άφηναν ελεύθερο, αλλά να που είμαι πάλι στο κελί. Έξω από την πόρτα του κρατητηρίου είναι ένας διάδρομος, Στο βάθος κάθεται ο φρουρός που μας φυλάει. Είναι ένα μεσήλικας που μας είχε δείξει συμπάθεια ( πως εμείς τόσο μορφωμένα παιδιά έχουμε μπλέξει έτσι). Τον φωνάζω και τον παρακαλώ να ξεκλειδώσει και να αφήσει ανοικτή την πόρτα για λίγο. Αυτή η αίσθηση της κλειδωμένης πόρτας, μου είναι αφόρητη. Διστάζει, αλλά τον διαβεβαιώνω ότι δεν πρόκειται να κάνουμε τίποτα. Να είναι καλά ο άνθρωπος μας ανοίγει την πόρτα και έτσι για καμία ώρα αισθάνομαι περισσότερο ελεύθερος.
Η απελευθέρωση.
Την άλλη ημέρα, βράδυ νομίζω, μας μεταφέρουν στην κρατική ασφάλεια. Είμαστε σ’ ένα μεγάλο χώρο καμιά 40 φοιτητές. Θα μας αφήσουν ελεύθερους. Ένας κοντός και χοντρός ανώτερος αξιωματικός, καλός για παρέα, αρχίζει και μας βγάζει έναν ατελείωτο λόγο ηθικοπλαστικού περιεχομένου εκπληκτικής γελοιότητας. Με χαλαρωμένα τα νεύρα και πιο ευδιάθετος, μου έρχεται η επιθυμία να βάλω το γέλια. Απέναντι μου ένας συμφοιτητής μου βρίσκεται στην ίδια κατάσταση. Κρατιέμαι με το ζόρι, αλλά συνεχώς μου έρχονται κύματα για γέλιο, τα καταπίνω και κουνιέμαι σαν να πιέζομαι να πάω στην τουαλέτα. Ο κοντόχοντρος αξιωματικός συνεχίζει την απίστευτη παράσταση του και εγώ τη μάχη να συγκρατηθώ. Θα είναι τραγικό να σκάσω στα γέλια και να με χώσουν πάλι μέσα. Επιτέλους τελειώνει. Το πέρασα και αυτό.
Θυμάμαι να είμαι μέσα σ’ ένα πούλμαν της χωροφυλακής και να διασχίζω την έρημη Θεσ/νίκη. Δεν θυμάμαι αν είναι όταν με πήγαν στην Καλαμαριά ή όταν μας ελευθέρωσαν. Γιατί αυτή η απελευθέρωση συνέπεσε με το πραξικόπημα του Ιωαννίδη.
Τα μετά την κράτηση.
Πήρα από το τηλέφωνο του περιπτέρου, μπροστά στην πολυκατοικία που έμενα, δύο φορές σ’ ένα μήνα το νούμερο που μου είπαν για να δίνω το παρόν. Ο αξιωματικός που ζήταγα δεν ήταν στη θέση του. Δεν ξαναπήρα. Αργότερα έμαθα ότι ήταν από τους διαβόητους ασφαλίτες, που με την άνοδο του Ιωαννίδη ή την πτώση της χούντας εξαφανίστηκε. Ποιος ξέρει πόσα κρίματα είχε στο λαιμό του και την κοπάνησε.
Μετά την μεταπολίτευση, στο καφενείο στο ισόγειο της πολυκατοικίας που έμενα και που καμιά φορά έπινα καφέ και διάβαζα εφημερίδα ( που ήταν περασμένη στο ειδικό κοντάρι για να μην τσαλακώνει), με πλησίασε μία μέρα ένας 35αρης που σύχναζε σ’ αυτό και επειδή ήταν λίγο χαζούλης και άφραγκος τον είχα κεράσει κάνα δύο φορές καφέ. « Ξέρεις» μου λέει «είμαι και εγώ φοιτητής της ιατρικής» και μου βγάζει μία φοιτητική ταυτότητα της ιατρικής σχολής. « Άσε με ρε συ» του λέω « Σ’ εμένα τα λες αυτά;». Γέλασε και μου είπε ότι πάντα με εκτιμούσε και με εκτιμά. Ο τύπος ήταν παρακρατικός και τον χρησιμοποιούσαν να παρακολουθεί φοιτητές της ιατρικής και εμένα. Τι κακία να του κρατήσω; Αγαθός ήταν και τον εκμεταλλεύτηκαν Άρρωστες καταστάσεις.
Επιμύθιο
Η κατάληψη του Πολυτεχνείου οφείλεται στην διάθεση μεγάλης μερίδας φοιτητών για περισσότερη ελευθερία για αλλαγή του καταθλιπτικού τρόπου ζωής που είχε επιβάλει η δικτατορία. Ήταν λογικό πως οι φοιτητές από τη ιδιαίτερη θέση τους και τις γνώσεις τους είναι πιο επιρρεπείς σε τέτοιου είδους εξεγέρσεις. Είναι ιστορική βλασφημία να καπηλεύονται τα κόμματα το Πολυτεχνείο, Ακόμα και οι οργανωμένοι σε αντιστασιακές ομάδες των μετέπειτα κομμάτων της μεταπολίτευσης ήταν ελάχιστοι και δεν είχαν κυρίαρχο ρόλο. Απλά ξέρανε πώς να πιάσουν τις θέσεις κλειδιά. Οι αριστεριστές πυροδότησαν και προέτρεψαν στην έκρηξη, αλλά οι απλοί ανοργάνωτοι φοιτητές ήταν αυτοί που την υλοποίησαν και την γιγάντωσαν. Ήταν η συντριπτική πλειοψηφία όσων συμμετείχαν στην κατάληψη. Είναι άλλο να επαινείς το θάρρος των πολλών και άλλο να παραχαράζεις την ιστορία με κομματικά κριτήρια. Γι’ αυτό και δεν συμμετέχω στους εορτασμούς. Αν ήταν εορτασμός για τους πολλούς που αντιστάθηκαν και όχι για κάποιους “ηγέτες” κομματικών παρατάξεων και αν τονιζόταν το πραγματικό νόημα αυτής της εξέγερσης που ήταν περισσότερη δημοκρατία – ελεύθερη πολιτική και κοινωνική ζωή, τότε θα γιόρταζα και εγώ.
Της γης ταλαίπωροι και
χαλασμένοι άνθρωποι, δήθεν ιδεολόγοι- θρησκευόμενοι, δίνουν την άχρηστη ζωή
τους, για να αφαιρέσουν τη ζωή των άλλων, αυτών που γενικώς μισούν, γιατί τους θεωρούν υπεύθυνους για το προσωπικό αδιέξοδο και την μηδαμινότητα τους.
Σε
κάθε έγκλημα δικαιοσύνη αποδίδεται με την τιμωρία του δράστη. Αν, αντ’ αυτής επιλέγονται
γενικόλογες αναφορές, όπως π.χ. «η τρομοκρατία δεν θα περάσει». « μας κήρυξαν
τον πόλεμο» κ.α., αυτές μπορεί να είναι δείγμα συγκάλυψης ευθυνών και επιδίωξης αλλότριων
σκοπών.
Για
τα γεγονότα στο Παρίσι το θέμα είναι ποιοι όπλισαν το χέρι των εγκληματιών και τους
έδωσαν την εντολή; Η απάντηση είναι απλή: είναι αυτοί που οργάνωσαν,
χρηματοδότησαν και επέλεξαν τα καθοδηγητικά στελέχη των δικτύων που ενσταλάζουν
μίσος και θρησκευτικό φανατισμό, το πιο ισχυρό όπιο, για τους σύγχρονους
εξαθλιωμένους ασασίνους. Και ποιοι είναι αυτοί; Τους ξέρει και ο ελάχιστα
ευφυής πολίτης: Η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, η Τουρκία από τη μια μεριά και οι
δημοκράτες της Δύσης ( που πάσχουν από επιλεκτικό πόνο για τη Δημοκρατία σε
ορισμένες Αραβικές και πρώην Ανατολικές χώρες).
Με
την κατηγορία του κράτους που στηρίζει τρομοκράτες ( που απειλούσαν έναν
συγγραφέα ή είχαν κρατήσει ομήρους αμερικανούς πολίτες) το Ιράν τιμωρήθηκε
παραδειγματικά με οικονομικό πόλεμο για δεκαετίες. Το ίδιο και η Λιβύη. Το Ιράκ
διαλύθηκε, γύρισε στην προϊστορική εποχή, όπως έλεγε και ο Μπους, γιατί δήθεν
θα μας έκαιγε με χημικά και σουπερ όπλα ο δικτάτορας Σαντάμ. Ο Άσαντ ήταν
φρικτός δικτάτορας ( δεν ήταν π.χ. σαν τους Σαουδάραβες ηγέτες) και γι’ αυτό έκαναν
ερείπια όλη τη Συρία ( θυμάστε τις μαζώξεις στην Κωνσταντινούπολη και τους χαριεντισμούς
με τους τζιχαντιστές. Αλλά και το δικό μας πολιτικό, που ήθελε βομβαρδισμούς
στη Συρία;) Η Ρωσία δέχεται ασφυκτικό το οικονομικό εμπάργκο γιατί προσάρτησε
την Κριμαία και στηρίζει τους ρωσσόφωνους της Ουκρανίας ( οι οποίοι στο κάτω- κάτω πολεμούν
στον τόπο τους, όχι άλλου).
Ας κατασχεθούν
οι καταθέσεις των Σαουδαράβων και Καταριανών, ας κηρυχτεί οικονομικό εμπάργκο σε
αυτές τις χώρες και ας επιβληθούν αυστηρές κυρώσεις στην Τουρκία και θα δούμε πόσοι νέοι τρομοκράτες θα
στρατευθούν και πόσοι από τους παλιούς θα παραμείνουν. Ας απελαθούν οι κληρικοί
που πληρώνονται από τη Σαουδαραβία και ασχολούνται με τα πολιτιστικά κέντρα και
τα τεμένη στη Δύση, και ας δούμε πόσοι μουσουλμάνοι δυτικοί υπήκοοι θα γίνουν
φανατικοί τζιχαντιστές.
Ας αναγκάσουν
τις παραπάνω χώρες να καλύψουν τις ανάγκες των προσφύγων της Συρίας και ας τις απειλήσουν
με στρατιωτικά μέτρα αν δεν τους φερθούν καλά, και θα δούμε πόσο εύκολα
τελειώνει ο πόλεμος και βρίσκεται πολιτική λύση ( Αλήθεια πως λέγεται αυτός που
πληρώνει τις ζημιές του άλλου; Η φτωχή Ελλάδα να κατακλύζεται από πρόσφυγες που
προκάλεσαν τα χρήματα της πλούσιας Σαουδαραβίας;)
Οι
πολίτες που έχασαν τη ζωή τους ή τραυματίστηκαν στο Παρίσι στεναχώρησαν όλους τους
ανθρώπους. Αν, όμως, δεν καταλάβουν οι πολίτες ότι το κακό χτυπιέται στη ρίζα
του, με απόδοση ευθυνών και τιμωρία για τους δράστες, τότε θα αφήσουν τους
πολιτικούς, που από δόλο ή από αφέλεια προκάλεσαν αυτές τις διεθνείς αναταράξεις, να συνεχίσουν ένα έργο που μόνος χαμένος, το μεγάλο θύμα, θα είναι η δημοκρατία.
Στο όνομα της τρομοκρατικής απειλής θα παρθούν μέτρα ασφυκτικού ελέγχου και αστυνόμευσης
της καθημερινής ζωής. Ο αυταρχισμός θα νομιμοποιηθεί και θα ριζώσει στην Ευρώπη. Χωρίς να μπορέσει να αποτρέψει την εμφάνιση και άλλων αθώων θυμάτων.
Γι’
αυτού του είδους την αξιοποίηση του πένθους, πενθώ πολύ περισσότερο.
Κατηφορίζοντας με το αυτοκίνητο την οδό Τσόχα και σταματώντας στο φανάρι της διασταύρωσης
της με την Βασιλίσσης Σοφίας, στρέφοντας το βλέμμα μου αριστερά είδα στον βρομισμένο
από δήθεν γκράφιτι τοίχο της γωνιακής πολυκατοικίας το σύνθημα που αποτελεί και
τον τίτλο αυτής της σημείωσης. Γραμμένο με πράσινη μπογιά, δείγμα της ομάδας
που ανήκει ο/οι κανίβαλος/οι που το έγραψαν.
Εκτός από την ανατριχίλα που
ένοιωσα, αισθάνθηκα και μία απέραντη θλίψη για το πόσο συναισθηματικά εκμηδενισμένοι
μπορεί να είναι συνάνθρωποι μας, που σίγουρα έχουν περάσει από την υποχρεωτική
σχολική εκπαίδευση, άσχετο αν είναι 16 ή 30 χρονών. Τέτοιας βαρβαρότητας
έκφραση, δείγμα διαταραγμένου ψυχισμού, μπορεί να την αποδόσεις στην κοινωνία και να προβληματίζεσαι για το πώς μπορείς
να βοηθήσεις αυτά τα άτομα (και να πιάσεις συζητήσεις και αναλύσεις για ώρες ή
να γεμίζεις εφημερίδες και περιοδικά με ατελείωτο μελάνι). Με άλλα λόγια το
σύνηθες τις τελευταίες δεκαετίες αυτομαστίγωμα μας, που αναγκαστικά συνοδεύεται
από απραξία.
Αμέσως μετά, ακολούθησε η σκέψη πως αυτοί που το έγραψαν ή συνηθίζουν να γράφουν
και να εκστομίζουν παρόμοια «συνθήματα», είναι στην πλειοψηφία τους «τελειωμένοι»,
προγραμματισμένοι να κάνουν κακό στους άλλους και στην κοινωνία. Όσοι σε κάποια
φάση, αργότερα, διαφοροποιηθούν από μία τέτοια εξέλιξη, θα το κάνουν από μόνοι τους.
Αν το σχολείο και οι υπάρχοντες κοινωνικοί δεσμοί και δομές δεν κατάφεραν να τους
διαπλάσουν ένα στοιχειωδώς επαρκή για κοινωνική συμβίωση χαρακτήρα , αν δεν έχουν
συνείδηση του τι είναι καλό και τι το κακό, τότε δεν έχουμε χρεία να επενδύουμε
σε αναμορφωτικά προγράμματα και σχέδια, για να τους ξαναφέρουμε στον ίσιο δρόμο. Θα είναι μάταιος κόπος. Ανάγκες πολλές και με προσδοκώμενα καλύτερα αποτελέσματα υπάρχουν και σε άλλους
τομείς.
Αυτό που πρέπει η πολιτεία να
κάνει είναι να τους «μαζέψει», ό,τι και αν αυτό σημαίνει στις διάφορες εκφάνσεις
της παραβατικότητας τους. Σε τέτοια κατάσταση που βρίσκονται μόνο η τιμωρία
μπορεί να είναι αποτελεσματική ( και σωφρονιστική). Και η οποία βέβαια θα πρέπει
να επιβληθεί, σε αναλογία ευθύνης, και σε όσους διοικούν το ποδόσφαιρο και από
αμέλεια (σπάνια) ή ιδιοτέλεια προάγουν και ανέχονται τέτοιες παραβατικές
συμπεριφορές.
Τέλος και επιτέλους, γενικότερα, κανείς
δεν μπορεί να προστατέψει τους πολίτες από την αισθητική ταλαιπωρία και την
οικονομική ζημία που προκαλεί η βρωμιά όσων λερώνουν τους τοίχους με αισχρά
συνθήματα, αραβουργήματα και μουτζούρες μίας δήθεν ελεύθερης καλλιτεχνικής
έκφρασης; Δεν υπάρχει σχεδόν τοίχος, δημόσιος ή ιδιωτικός, τρένο, ή αφύλακτο
φορτηγό και λεωφορείο που να μην είναι βρώμικα μουτζουρωμένα.
Σκέφτομαι πως αφού ξαναλειτουργεί
η δημοτική αστυνομία, ας ελέγξει ποιοι αγοράζουν τα spray από τα μαγαζιά, ας τους παρακολουθήσει
και ας τους συλλαμβάνει επ’ αυτοφώρω. Η δε τιμωρία τους να είναι μόνο το να
ξαναβάψουν όλο το κτίριο ή λεωφορείο ή τρένο που βρόμισαν, με προσωπική εργασία
και έξοδα δικά τους ή της οικογενείας τους ( αν είναι ανήλικοι). Τίποτε άλλο.
Σε νεαρή ηλικία, όταν ήμουν μαθητής γυμνασίου(;), φτιάχτηκε το άλσος της Ν. Φιλαδέλφειας, με πολύ πράσινο, δρόμους, λιμνούλες και μικρό ποτάμι ( που πάνω του περνούσε μία γεφυρούλα, στην οποία είχαν γυριστεί άπειρες σκηνές ελληνικών ταινιών) και κάποια ζώα, ένα είδος μικρού ζωολογικού κήπου.
Το πλέον αξιοθέατο σ΄αυτόν ήταν ένας πίθηκος, όπου κάποιοι τον είχαν “εκπαιδεύσει” κατά τέτοιο τρόπο ώστε όταν μαζευόντουσαν έξω από το κελί του επισκέπτες και έβγαζαν ήχους που να θυμίζουν ερωτική πράξη, ο φουκαράς άρχιζε αμέσως να αυτοικανοποιείται με περισσή ένταση.
Όπως ήταν φυσικό, δεν υπήρχε παιδική ή νεανική ομάδα από την ευρύτερη γύρω περιοχή που να μην επισκεπτόταν τον κήπο για να πυροδοτήσει καθημερινά και ακατάπαυστα αυτή την αντανακλαστική μανία του εγκλωβισμένου ζώου.
Ο πίθηκος δεν μακροημέρευσε. Δεν γνωρίζω αν κατέληξε από παθολογικά αίτια, από εγκατάλειψη ή από την μονομανία της αυτοικανοποίησης.
Εκείνο που με κάνει να τον θυμάμαι δεν είναι η λόγω της ηλικίας μου συχνότερη αναδρομή στις εφηβικές εικόνες, αλλά το πόσο συχνά μου τον φέρνουν στην μνήμη οι σύγχρονοι άνθρωποι. Και αυτό συμβαίνει όποτε επαναλαμβάνεται μπροστά μου η αυτοματοποιημένη και τυποποιημένη συμπεριφορά, που έχει έντεχνα προκληθεί και προωθηθεί από τους απ’ έξω για όλους εκείνους που εκούσια ή ακούσια είναι κλεισμένοι στα κελιά τους και πρέπει να μείνουν εκεί, ξεχνώντας τη φυλάκιση τους. Και αυτό μπορεί να επιτευχθεί αν αποδεχθούν πως η ικανοποίηση επουσιωδών θεμάτων συνιστά την πραγματική ευτυχία στη ζωή τους.
Το σύγχρονο Life style είναι οι κραυγές ικανοποίησης των απ’ ‘εξω που γίνονται must για την αυτοικανοποίηση των εγκλωβισμένων ανθρώπων. Και τέτοιοι είναι πολλοί, όπως π.χ. αυτοί που τη σεξουαλική τους ιδιαιτερότητα την αναγάγουν σε κυρίαρχο θέμα της ζωής τους ή αυτοί που στριμώγνονται το καλοκαίρι σε κάποια ακριβοπληρωμένη ξαπλώστρα για έτσι πρέπει να κάνουν για να “απολαύσουν” την επίσκεψη στη θάλασσα και να λιαστούν “πολιτισμένα”. Σε κελί έχουν βάλει τον εαυτό τους και όλοι αυτοί που θέλουν να ζήσουν τη “μεγάλη ζωή”, όπως την βλέπουν στην TV και στα φαντεζί περιοδικά και ξεπερνούν τις οικονομικές δυνάμεις τους, ξοδεύοντας αλόγιστα για να αγοράσουν ή να συμπεριφερθούν σαν να είναι είναι και αυτοί όπως οι “VIPS” ( λες και οι άλλοι δεν ξέρουν ποιοι είναι).
Η αντανακλαστική αυτοικανοποίηση του φουκαρά του πιθήκου στο Άλσος της Ν. Φιλαδέλφειας, δεν του πρόσφερε την απόλαυση που θα ταίριαζε στη φύση του. Τον ξεγελούσε, όμως, από τη δυστυχία του μέχρι που ήρθε η οριστική απόδραση από το κελί του.
Το κύριο θέμα σήμερα (20/9/15) στον Spiegel έχει τίτλο: “Ο Κόσμος χωρίς σύνορα: Η ανοησία των εθνών” και υπότιτλο “ Η Ελλάδα έχει εκλογές – Αλλά έχει η χώρα πράγματι κάποια επιλογή; Παντού στον κόσμο τα εθνικά κράτη συμπεριφέρονται ως να μπορούν τα ίδια να ορίζουν την μοίρα τους. Αυτό είναι μία αυταπάτη”.
Λόγια σκληρά μεν, αληθή δε, ιδίως για την Ελλάδα.
Αλλά εγώ θα πάω να ψηφίσω. Μπορεί σήμερα πράγματι οι επιλογές στα μεγάλα ζητήματα να μην υπάρχουν, αλλά δεν θα παραδώσω μόνος μου τη δυνατότητα η επιλογή της κυβέρνησης μου να εξαρτάται από εμένα. Γιατί, άλλο κοσμοπολίτης και άλλο υποτακτικός. Όπως άλλο Γερμανία και άλλο Ελλάδα. Δεν ορίζουν τη μοίρα τους οι κατεχόμενες από στρατό ή από χρέη χώρες. Το δεύτερο μας αφορά. Αλλά από την άλλη κανείς δεν μπορεί να επιβάλει στους πολίτες μίας δημοκρατίας την εθελοντική αποποίηση της ιδιότητας τους. Όσα και αν η χώρα χρωστάει.
Όμως, πέρα από την ψήφο, για εθνική αξιοπρέπεια και συμμετοχή στη διεθνοποιημένη πραγματικότητα ( που σίγουρα επηρεάζει και τα έθνη κράτη) χρειάζονται σκληρή δουλειά, όχι πια κουβέντες καφενείου και ενεργή συμμετοχή στα κοινά ( όχι μόνο για τα μεγάλα αφηγήματα, αλλά και για την καθημερινότητα).
Αν ένας γιατρός παρενοχλήσει σεξουαλικά ασθενή του, αυτό είναι σ’ όλο τον κόσμο σοβαρό παράπτωμα που επισύρει βαριές ποινές. Ένα μέτρο που έχουν λάβει διάφορες Πολιτείες των Η.Π.Α. για να περιορίσουν την όρεξη τυχόν “απρόσεκτων” γιατρών, είναι να δημοσιεύουν
στο διαδίκτυο
το όνομα και την ποινή ή τα μέτρα προφύλαξης κάθε γιατρού που έχει καταδικαστεί γι’ αυτό τον λόγο . Έτσι προστατεύουν παραδειγματικά τις ασθενείς και θωρακίζουν ηθικά το ιατρικό επάγγελμα.
Διάβασα σήμερα πως στους οφειλέτες της ΔΕΗ που εντάσσονται σε διακανονισμούς και σε κοινωνικά τιμολόγια, στους λάθρα ηλεκτροδοτούμενους και στους συστηματικούς μπαταξήδες εντοπίστηκαν πάρα πολλοί εύποροι πολίτες ( με πισίνες και βίλες), επιχειρήσεις σε ακμάζουσες περιοχές, σημαίνοντες παράγοντες με πολιτικές φιλίες κ.α.
Γι’ αυτούς τους απατεώνες ( εξαιτίας των οποίων η “κακιά τρόϊκα” επιμένει να μην γίνονται διακανονισμοί, χωρίς αυστηρά κοινωνικά κριτήρια – και εμείς αντιστεκόμαστε), γι’ αυτά τα τρωκτικά των κοινωνικών παροχών, εκτός της υποχρεωτικής πληρωμής των οφειλομένων και του σχετικού επ’ αυτών προστίμου, θα πρέπει να επιτρέπεται η δημοσίευση των ονομάτων, των φωτογραφιών και των στοιχείων της απατεωνιάς τους, σε ειδική γι’ αυτό το σκοπό ιστοσελίδα.
Δεν είναι εξτρεμισμός, ούτε διαπόμπευση. Είναι μέτρο προστασίας της κοινωνίας, προστασίας των πολιτών, ώστε να μην εξαπατηθούν στις συναλλαγές τους από ανθρώπους με αποδεδειγμένη ροπή στην απάτη..
Ένα κράτος που σέβεται τον εαυτό του και τους πολίτες του, έτσι έπρεπε να κάνει. Ένα τέτοιο μέτρο θα μείωνε ριζικά τέτοιου είδους “πονηριές”. Όταν αυτό δεν γίνεται, οι κυβερνώντες απλώς διευκολύνουν κάποιους πολίτες να γίνουν απατεώνες.
Τον Τριαντάφυλο Μηταφίδη δεν τον γνωρίζω
προσωπικά. Αυτό που έχω διαβάσει είναι ότι υπήρξε αντιστασιακός επί χούντας,
μάχιμος αριστερός συνδικαλιστής και επικεφαλής της δημοτικής παράταξης «Ανοιχτή
Πόλη» στη Θεσσαλονίκη, η οποία ελάμβανε πολύ χαμηλά ποσοστά στις εκλογές ( γύρω
στο 3%) και στις τελευταίες, με τη μεγάλη άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ, κατάφερε να φτάσει το
10,5%.
Ούτε τον Βασίλη Παπαγεωργόπουλο,
επανειλημμένα εκλεγμένο δήμαρχο Θεσσαλονίκης με υψηλά ποσοστά, γνωρίζω. Αυτά
που έχω διαβάσει και ακούσει είναι πως καταδικάστηκε σε βαριές ποινές λόγω μίας
από τις μεγαλύτερες καταχρήσεις δημόσιου χρήματος στην χώρα μας ( 17,9 εκ ευρώ).
Αρχικά η ποινή ήταν ισόβια και πρόσφατα, στη δίκη σε δεύτερο βαθμό, μειώθηκε
στα 12,5 χρόνια.
Ο κ. Μηταφίδης είναι σήμερα βουλευτής του
ΣΥΡΙΖΑ. Ο κ. Παπαγεωργόπουλος ένας ελεύθερος άνθρωπος.
Το Ελληνικό Δημόσιο, που από τις απατεωνιές
του Δημάρχου και των στελεχών του Δήμου, ζημιώθηκε κατά 7,2 εκ. ευρώ, ζητά αυτό
το ποσό από τον Δήμο Θεσσαλονίκης. Ο τελευταίος υπό την απειλή να μην πάρει
φορολογική ενημερότητα δέχτηκε τις απαιτήσεις του Δημοσίου. Αυτό, όμως, δεν
άρεσε στον κ. Μηταφίδη.
Έκανε
αιτήματα στις αρμόδιες αρχές και εξέδωσε πρόσφατα μία ανακοίνωση που
ισχυρίζεται ότι «οι ηγεσίες του υπουργείου Οικονομικών των κυβερνήσεων Ν.Δ. –
ΠΑΣΟΚ δεν θεώρησαν ως βλάβη του Δημοσίου τις υπεξαιρέσεις των πόρων του Δήμου
Θεσσαλονίκης επί διοικήσεων Παπαγεωργόπουλου, αλλά το αποτέλεσμα της
υπεξαίρεσης. Με άλλα λόγια, οφειλέτες δεν είναι τα καταδικασμένα στελέχη των
διοικήσεων Παπαγεωργόπουλου, αλλά ο δήμος και οι δημότες της Θεσσαλονίκης!
»Βέβαια,
πέρα από τη μη νόμιμη συμπεριφορά των παραπάνω ηγεσιών του υπουργείου
Οικονομικών, υπάρχει και δικαιοπολιτικά ανήθικη συμπεριφορά, καθώς
αντιμετώπισαν τον Δήμο Θεσσαλονίκης ως ανώνυμη εταιρεία, αφού υποχρεώθηκε να
πληρώσει χρήματα που καταχράστηκαν μέλη διοικήσεών του που καταδικάστηκαν
τελεσίδικα. Αντιμετώπισαν, δηλαδή, το ταμείο του Δήμου Θεσσαλονίκης ως ιδιωτικό
και όχι ως δημόσιο ταμείο.»(ΕφΣυν)
Με
άλλα λόγια ο κ. Τριαντάφυλος Μηταφίδης, πιστοποιημένος αριστερός, ζητά να
παρθούν τα υπεξαιρεθέντα από τους καταδικασθέντες και όχι από τους πολίτες, το
λαό.
Επί
του αιτήματος και της ανακοίνωσης του κ. Μηταφίδη έχω να παρατηρήσω τα εξής:
1.
Ο κ. Μηταφίδης υποκρύπτει την αλήθεια, αφού γνωρίζει
ότι οι καταδικασ-θέντες δεν διαθέτουν τόσα περιουσιακά στοιχεία που να
ισοσκελίσουν τη ζημιά που επέφεραν στο δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία. Επομένως θεωρεί
ηθικό το Ελληνικό Δημόσιο να χρεωθεί όλα όσα του υποκλάπηκαν. Με άλλα λόγια, με
έμμεσο τρόπο ( πονηρά) ο κ Μηταφίδης θέλει τη ζημιά που προκάλεσε ο Δήμος Θεσσαλονίκης
να την φορτωθούν όλοι οι Έλληνες..
2.
Ενώ οι μέτοχοι μίας ανώνυμης εταιρείας ( που είναι συχνά πολλές δεκάδες
ή εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες) είναι λογικό κατά τον κ. Μηταφίδη να αναλαμβάνουν
την ευθύνη σε περιπτώσεις που τα στελέχη της διοίκησης της προβούν σε
οικονομικές ατασθαλίες, βρίσκει παράλογο και άδικο κάτι τέτοιο να ισχύει για τους
δημότες μίας πόλης, οι οποίοι με δική τους ευθύνη επέλεξαν αυτούς που θα διαχειριστούν
το ταμείο της πόλης τους. Ο λαός κατά τον αριστερό πολιτικό είναι ανεύθυνος,
είναι ένα άθροισμα ατόμων που δεν έχουν καμία ευθύνη για τις επιλογές τους και ευδιάκριτα
υστερούν ηθικά των μετόχων μίας ανώνυμης εταιρείας.
3.
Ο κ. Μηταφίδης ψήφισε τον «ανθρωπιστικό νόμο» του κ.
Παρασκευ-όπουλου; Αν Ναι θα έπρεπε να σιωπά για την υπόθεση της υπεξαίρεσης της
Θεσσαλονίκης. Αν Όχι, θα έπρεπε να βγάζει ανακοινώσεις και να γνωστοποιεί στους
συμπολίτες του το γιατί αυτός ο νόμος δεν είναι σωστός. Σύμφωνα με την Εφημερίδα
των Συντακτών “ Εκμεταλλευόμενος τα ευεργετήματα του νόμου Παρασκευόπουλου, ο
καταδικασμένος ( κ. Παγεωργόπουλος) για την πολύκροτη υπόθεση της υπεξαίρεσης
17,9 εκατομμυρίων ευρώ από τα ταμεία του δήμου του, βγήκε από τη φυλακή
έχοντας εκτίσει το 1/5 της ποινής 12 ετών (2 χρόνια και 5 μήνες) που του
επεβλήθη και παρουσιάζοντας ποσοστό αναπηρίας 67% λόγω… καρδιοπάθειας
και 35% λόγω ψυχολογικών προβλημάτων.”
Σύμφωνα δε με στοιχεία που δημοσιεύθηκαν στον τύπο χρήση του
πρόσφατα ψηφισθέντος «ανθρωπιστικού νόμου» έκαναν 417 καταδικασθέντες για
κακουργήματα με αποτέλεσμα να έχουν αφεθεί ελεύθεροι! Και έπεται συνέχεια.
Η
λογική αυτών των ενεργειών και η ηθική της πάσχει και δημιουργεί ερωτηματικά
για την σημερινή αριστερά.
Αν
δεν πληρώσει ο πολίτης τις συνέπειες των πράξεων του, τότε πως θα καταλάβει το
πόσο σημαντικό είναι να επιλέγει με την ψήφο του τους «άριστους». Η αντίληψη που θέλει το λαό ανεύθυνο
για τις πράξεις, τις επιλογές και τις παραλείψεις του, είναι μία αντίληψη μη
ηθική. Είναι μία αντίληψη που βλέπει την πολιτική ως ένα πεδίο δράσης κάποιων λίγων
εκλεκτών ( κομματικών ιερατείων) που διαγωνίζονται για το ποιος θα καθοδηγήσει τους
ανεύθυνους πολλούς (το πόπολο). Είναι αυτή μία αριστερή προσέγγιση;
Τα
δικαστήρια και οι ποινές που επιβάλλουν δεν είναι κάτι το μη ωφέλιμο για την
κοινωνία. Αυτή η δήθεν ευαισθησία της
αριστεράς για τους καταδικασθέντες, απομεινάρι μίας στρεβλής πολιτικής
κατάστασης του παρελθόντος, σήμερα είναι επικίνδυνη για το κράτος δικαίου. Όταν
διευκολύνεις τον καταδικασθέντα για κακούργημα να γλυτώσει τη φυλακή, κάνεις τη
ζωή της κοινωνίας πιο δύσκολη και κάποιοι ανυποψίαστοι πολίτες θα κληθούν να
πληρώσουν, αργά ή γρήγορα, τα έργα των απελευθερω-μένων καταδικασμένων. Γιατί ο κ. Μηταφίδης
δεν στηλίτευσε το νόμο Παρασκευόπουλου που ξεφτίλισε την έννοια της
δικαιοσύνης; Είναι σίγουρος πως τα αποτελέσματα του έκαναν τους Θεσσαλονικείς να
νοιώσουν δικαιωμένοι; Γιατί η σημερινή αριστερά ξοδεύει τόση ενέργεια για τους κατάδικους
τύπου Παπαγεωργόπουλου; ( Αν ήθελαν αποσυμφόρηση φυλακών, ας άφηναν ελεύθερους τους χρήστες και τους μικροπαραβάτες).
Στο
τέλος δε το κλασικό: « στο σχετικό αίτημά του (ο κ. Μηταφίδης) ζητούσε από την
κυβέρνηση να αρθούν τα μέτρα με τα οποία το ΥΠΟΙΚ παρακρατούσε πόρους για τον
δήμο και να επιστραφούν ως αχρεωστήτως παρακρατηθέντα όλα τα ποσά που
υπεξαιρέθηκαν, ώστε να διατεθούν κατά προτεραιότητα στην κοινωνική πολιτική». Αυτή η δημόσια προβολή κοινωνικής ευαισθησίας
στο πλαίσιο της εξυπηρέτησης ενός ιδιοτελούς σκοπού ( να πληρώσουν οι άλλοι και
όχι εμείς), είναι στοιχείo αριστερής ηθικής;
Υ.Γ. Παρόλο που χρησιμοποιώ ονόματα δηλώνω κατηγορηματικά ότι δεν έχω κανένα λόγο να αμφισβητήσω ευγενή κίνητρα ή ακεραιότητα κανενός εκ των αναφερομένων, ακόμα και αυτού που έχει καταδικαστεί από την δικαιοσύνη.
Πολιτικές ιδιαιτερότητες στη χώρα μας οδήγησαν πολλούς συμπολίτες μας στο να είναι καχύποπτοι και αρνητικοί απέναντι στους άνδρες και τις γυναίκες της Ελληνικής Αστυνομίας.
Τα μέσα ενημέρωσης επιτείνουν το αρνητικό κλίμα, με αφορμή αποφάσεις των πολιτικών προϊσταμένων ( που δίνουν π.χ. την εντολή για δυναμική αντιμετώπιση μίας διαδήλωσης) ή όταν εκδηλώνεται από αστυνομικό κάποιο περιστατικό παρεκτροπής από την ορθή συμπεριφορά.
Έτσι έγινε θέμα και το μάθαμε όλοι η άσχημη συμπεριφορά ενός αστυνομικού προς έναν πρόσφυγα, από τους χιλιάδες, που αθρόα είχαν φτάσει στο νησί της Κω.
Παρακολουθώντας,
από το facebook,
τις δραστηριότητες της φίλης υποστρατήγου Ζ. Τσιριγώτη, νομίζω ότι οφείλω να εκφράσω δημόσια έπαινο για τη δουλειά που κάνανε αυτές τις ημέρες στην Κω τα στελέχη της ΕΛΑΣ. Κατάφεραν σε 4 ημέρες, με απόλυτη τάξη και ανθρωπιά, να ταυτοποιήσουν 7.000 πρόσφυγες στο γήπεδο Ανταγόρας του νησιού !
Επειδή κανείς δεν πρόκειται να προβάλει αυτό το έργο ( μήτε πολιτικός, μήτε εφημερίδα ή άλλο ΜΜΕ) και επειδή αυτή η προσπάθεια είχε κόπο και έδειξε μεράκι στην εκτέλεση του καθήκοντος, προσωπικά αισθάνομαι χαρούμενος και υπερήφανος για το έργο των στελεχών της Ελληνικής Αστυνομίας.
Προσωπικές σκέψεις και απόψεις σε ακατάστατα χρονικά διαστήματα για τα τρέχοντα και τα ενδιαφέροντα κοινωνικά και πολιτικά θέματα από τον Ευάγγελο Φιλόπουλο. Οι σχολιασμοί είναι καλοδεχούμενοι.